συνθεατης

συνθεατης
    συνθεατής
    συν-θεᾱτής
    -οῦ ὅ вместе смотрящий Plat.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "συνθεατης" в других словарях:

  • συνθεατής — συνθεᾱτής , συνθεατής fellow spectator masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνθεατής — και αττ. τ. ξυνθεατής, ό, θηλ. συνθεάτρια, Α [συνθεῶμαι] 1. αυτός που κάθεται και παρακολουθεί θέατρο μαζί με άλλον 2. το θηλ. (για ηθοποιούς, μίμους) συνάδελφος ηθοποιός …   Dictionary of Greek

  • συνθεατάς — συνθεᾱτά̱ς , συνθεατής fellow spectator masc acc pl συνθεᾱτά̱ς , συνθεατής fellow spectator masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνθεάτρια — ἡ, Α βλ. συνθεατής …   Dictionary of Greek

  • συνθεαταί — συνθεᾱταί , συνθεατής fellow spectator masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»